|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αρχικώς? — — διαπεραιώνομαι — ιδιόθερμος — γλυκαντικό — σπλαχνικούλα — απολεπίζω — αναλος — κοσκινού — σφραγισμένος — χάρτου — αναστεναγμός — καταδικάσιμος — ξεβγάζω — καπηλεύομαι — πετούγια — χορεύτρια — μαρκήσα — εξαϋλώνω — αρτεύω — ομαδικά — τραντάζομαι — υποθηκοφύλακας |
|||