|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово παζαριλίκι? — — κοσμηματοπώλης — αναρίγισμα — σύντριμμα — άκατος — φιόγκος — αγροτικός — κρώξιμο — ημέρευμα — παρεπόμενο — βενετσιάνικος — εποικισμός — αποθεωτικός — φαφουταίνω — καταστροφέας — στροβιλίζω — ρουθήνιο — γιορταστής — εποφθαλμιώμαι — αστεί|ο — επιθήλιον — δίχηλα |
|||