|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αθυρογλωσσία? — — ανεύρυσμός — αυτεξούσιο — αμφια — κρατητός — πολιτισμολογία — ελκώ — εκτιμήτρια — ιστορώ — ψαχουλεύω — επαύξησις — θαμπάδα — προβολή — στιφρός — αντιμεθαυριανός — δυναμικά — συγκυβερνήτης — νεφρολιθοτομία — μουρλαίνω — επαιτιώμαι — ξεμαλλιάρης — φοινικών |
|||