Новогреческий словарь
τριήρης
τριήρης
(-ους) η ист.
триера
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
триера
? —
τριήρης
как с
(ново)греческого
переводится слово
τριήρης
? — триера
#
(ново)греческий словарь
—
ανεμψύχωτος
—
βωμός
—
βρούχος
—
επικουρνκός
—
υδραργυραλοιφή
—
δικαιούχος
—
κολλυβιστής
—
καλλωπιστήριο
—
ατού
—
αμεσουράνητος
—
τοτέμ
—
αγγελιάζομαι
—
κόγχη
—
τάχα
—
στρατολόγος
—
επίχωση
—
οινοπότις
—
ομογενοποιούμαι
—
ζυγίζομαι
—
αμπελοφθόρος
—
αποφύλλισμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве