|
увенчать цветами #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово увенчать цветами? — ανθοστεφανώνω как с (ново)греческого переводится слово ανθοστεφανώνω? — увенчать цветами — αεροναυτιλία — ηπιότητα — κατατοπίζω — θεσμός — χαντούμης — παρακολούθημα — σκληραγωγούμαι — κλέφτω — γερμανόφωνος — συνταξούλα — σπιουνιά — βώλος — δυσκολία — χελώνα — γεφύρωση — στρήβω — οργανωτής — ελεητικός — οξυοσφρησία — τύφλωση — εμβαίνω |
|||