Новогреческий словарь
κομήτης
κομήτης
ο
комета
;
===
σάν ~ — очень редко
;
σάν ~ παρουσιάζεται — [phrase]он появляется очень редко, как молодой месяц[/phrase]
;
τόν βλέπουμε σάν ~ — [phrase]мы очень редко видим его[/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
комета
? —
κομήτης
как с
(ново)греческого
переводится слово
κομήτης
? — комета
#
(ново)греческий словарь
—
αλεσμένος
—
κολοκυθένιος
—
αναζυμούμαι
—
αγριοκόκκορας
—
ρεμπέτικος
—
προσανατολίζω
—
αποχείμωνο
—
κακομιλώ
—
αρτοπωλείο
—
άργυρος
—
υπαγόρευση
—
ξηγώ
—
εξευγένιση
—
αρχειοθήκη
—
αυτονομούμαι
—
απότμηση
—
ξεμάτιασμα
—
χλιαρός
—
εξωστρέφεια
—
γεντίτσι
—
ερρήθην
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве