|
η пневматический тормоз #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пневматический тормоз? — αεροπέδη как с (ново)греческого переводится слово αεροπέδη? — пневматический тормоз — αντικαθρεφτίζω — εκπαρθένεση — αποδιαλεγούδι — διαμερισμός — προσκτώμαι — στραγγαλισμένος — άλγος — νυχτερίδα — εξοπλιστής — λαγοπόδαρος — γαρδέλία — σκουτεράκι — αξιομνημόνευτος — παραδέρνω — κυματογράφος — χρεωφειλέτης — λεμφοκύτταρον — άσυρτος — λογοπαίκτης — ατσουκνίδα — σφάλλομαι |
|||