Новогреческий словарь
αποτιμητής
αποτιμητ|ής
ο
оценщик
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
оценщик
? —
αποτιμητής
как с
(ново)греческого
переводится слово
αποτιμητής
? — оценщик
#
(ново)греческий словарь
—
γαμηλιωτες
—
εμβαλλάγιον
—
ειρηνοποιός
—
κατώτατα
—
κοθορισμένος
—
Ινδιάνος
—
δυσκραής
—
ξεπλατίζω
—
αλογόπετσο
—
κατσιβελιά
—
ακροδέκτης
—
Αλεξανδρούπολη
—
φενακιστής
—
μελίρρυτος
—
προπλάστης
—
δενδροειδής
—
τσικρίκι
—
λαπαδιασμένος
—
ασβός
—
στόπερ
—
ανιμίστρια
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве