Новогреческий словарь
πολυτάραχος
πολυτάραχ|ος
прям., перен.
бурный
;
~η θάλασσα — бурное море
;
~ βίος — бурная жизнь
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
бурный
? —
πολυτάραχος
как с
(ново)греческого
переводится слово
πολυτάραχος
? — бурный
#
(ново)греческий словарь
—
παιχνιδόκοσμος
—
δέρνω
—
εμπαικτικός
—
πιλοποιός
—
έστω
—
προαγωγεύω
—
εντάσσω
—
καλτσοβιομηχανία
—
γελαδάρης
—
αχάρητος
—
σμηναρχία
—
μακαρίτικος
—
συναλλασσόμενος
—
ρίπημα
—
γεμιστής
—
αντιπληθωριστικός
—
αναχρονιστικά
—
σειρίαση
—
κοσμολόγητος
—
μαυραγορήτισσα
—
σακκοβελόνη
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве