Новогреческий словарь
ετέθην
ετέθην
παθ. αόρ. от θέτω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ετέθην
? —
#
(ново)греческий словарь
—
χτισμένος
—
αβέρτα
—
συνενώνω
—
άμεσος
—
αβίαστα
—
ουδείς
—
κληρικόφρων
—
κλεπταποδοχή
—
ψευδοκλασσικισμός
—
σουδάρι
—
εκναυλώνω
—
φαρέτρα
—
ανθρακεργάτης
—
παρετυμολογώ
—
οπτιμιστικός
—
τσακμάκι
—
εξοικονομώ
—
ελευθεροτεκτονικός
—
μαγιώνω
—
αιδώς
—
διπλωμάτης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве