Новогреческий словарь
εκρύβην
εκρύβην
παθ. αόρ. от κρύπτω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
εκρύβην
? —
#
(ново)греческий словарь
—
διευκρινώ
—
απαλάμη
—
καταφλέγω
—
κονιορτοποίηση
—
εναντιοδρομώ
—
αρκουδόγατος
—
χαράκωση
—
μετάλλινος
—
πνευματικά
—
σάρωθρο
—
τέννυς
—
παρηγορήτρα
—
κατώι
—
σαρκοβόρος
—
περίγελως
—
χιλιοφορεμένος
—
σταχτώνω
—
προσδοκώμενος
—
γαβάρρα
—
αστένωτος
—
όχλος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве