|
η дизель, дизельный двигатель #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дизель? — πετρελαιομηχανή как на (ново)греческом будет слово дизельный двигатель? — πετρελαιομηχανή как с (ново)греческого переводится слово πετρελαιομηχανή? — дизель, дизельный двигатель — ναυπηγοεπισκευαστικός — υπογονάτιον — γόμα — συμφέρω — ψοφολόγημα — ακάμπιαστος — χρηματιστικός — μπολσεβίκος — αλαζονικός — κηροστάτης — λιλά — ρασιστής — αλσύλιο — κρανιομετρικός — φυσικοθεραπευτικός — αήττητος — μορόζα — αναβολή — εξατομίκευση — ρίκινος — ακούμπωτος |
|||