|
η уст. мор. балласт #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово балласт? — παρενθήκη как с (ново)греческого переводится слово παρενθήκη? — балласт — άτεγκτος — κακοπληρωτής — ψευδαδάμας — βρυγμός — αλφονσισμός — γλιστράω — ξύπασμα — απροικα — γκρεμώ — ξέχωρα — στίλβών — ενδιαφερόμενος — αδιάπλευστος — χιονένιος — ανακρωτηρίαστος — αμνηστεία — γναφάλωση — μισθολόγηση — ποτενσιόμετρο — παράκρουση — σύντονος |
|||