|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово άβυσσος? — — ζουμπάς — σπορίτης — αναπαλλοτρίωτο — σπορεύς — πολύκαρπος — αρμεχτός — τρίφτης — λιμάρης — αβανίζω — γαλακτερά — επιφοιτώ — τερατογόνος — συμφώνως — παρακυλώ — ξεκουτιάζομαι — γαμβρός — ασκάλαβος — λιάνη — ογδοηκοστός — ψευδαισθητικός — αρέζω |
|||