|
το лучезарность #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово лучезарность? — ηλιοστάλαγμα как с (ново)греческого переводится слово ηλιοστάλαγμα? — лучезарность — χαλιναγώγηση — υλοτομία — αναξήρονση — τρεμουλιάρης — βαναυσουργω — ενθυλακώνω — κουβερτούλα — ελατοσίδηρος — περιορίσιμος — χοντροδουλειά — παλληκαριά — ασπλάγχνος — αμπελοτόπι — κεραμευτικός — πρωκτός — αμφιγνώμων — σπερματσέτο — εξουσία — διακανονίζω — ματαιοσχολία — φτεροπετάω |
|||