|
η маска #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово маска? — προσωπίδα как с (ново)греческого переводится слово προσωπίδα? — маска — λικνίζω — κριθή — Σλοβάκος — κραμπολάχανο — αρχιεπίσκοπος — καφενές — βακίλλιον — ασύστατος — αντωθώ — συνοικέσιο — εκπίεση — αραχνούφαντος — εκατοστάρικος — ρώσικα — σαβουράτος — πολιτικοοικονομικός — αστραποβόλι — κιθαρίστας — χασμάς — γαστροσκόπηση — θυλακώνω |
|||