|
(-εως) η отцветание, увядание #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово отцветание? — απάνθησις как на (ново)греческом будет слово увядание? — απάνθησις как с (ново)греческого переводится слово απάνθησις? — отцветание, увядание — παιγνιώδης — κλινοθεραπεία — αναγνώστρα — ενανθρώπηση — διαμαρτυρώ — καταλαγιάζω — τεμπελχανείο — άφαγος — αραχιδικός — σαλικυλικός — φριμάσσομαι — θεοσέβεια — σκέψη — μολυβύς — κριματισμένος — τσιόνι — ξοδιάστρα — ξομολογάω — αστραποβροντάω — αισθησιαρχικός — αντιπρόκλησις |
|||