Новогреческий словарь
αλλόχρους
αλλόχρους
изменивший цвет
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
изменивший цвет
? —
αλλόχρους
как с
(ново)греческого
переводится слово
αλλόχρους
? — изменивший цвет
#
(ново)греческий словарь
—
αντάξιος
—
μετεωροσκοπείο
—
άσβηστος
—
εξόρκιση
—
ειδωλολατρεία
—
γομμολάστιχα
—
επιπλέκω
—
μεσάρα
—
ασήμωμα
—
προσφεύγω
—
αναμιγνύομαι
—
υπεραυξάνω
—
στάφνη
—
ήλασα
—
βρομερός
—
υδροδιαλυτός
—
φεσάκι
—
σβηστός
—
ερωτηματολογικός
—
ακατέργαστος
—
εκατομμυριούχος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве