Новогреческий словарь
βλαστικότητα
βλαστικότητα
η
способность к прорастанию, всхожесть
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
способность к прорастанию
? —
βλαστικότητα
как на
(ново)греческом
будет слово
всхожесть
? —
βλαστικότητα
как с
(ново)греческого
переводится слово
βλαστικότητα
? — способность к прорастанию, всхожесть
#
(ново)греческий словарь
—
αντιπρόκλησις
—
σβώλος
—
ζουριάζω
—
κακοθανατίζω
—
γλυκοχαιρετώ
—
διαθλαστικός
—
διαπεραίωση
—
βαλίτσα
—
ρέκορντμαν
—
ζωογονώ
—
συνοδευτικός
—
ξεπροβοδίζω
—
παντρολόγημα
—
στειφτός
—
τρούμπα
—
ερασιτέχνης
—
δονητικός
—
αβαθής
—
γερόντισσα
—
κλέβω
—
ρυμουλκώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω