|
το ясли; кормушка (для скота) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ясли? — παχνί как на (ново)греческом будет слово кормушка? — παχνί как с (ново)греческого переводится слово παχνί? — ясли, кормушка — κουλλαίνω — βαθμολογικά — νωχελικός — αντισηψία — αμάραντος — ψαλιδωτός — ενθομητικός — ατράνταγος — πειθαρχημένος — ηνιοχώ — αποχιονιά — σμυριδωρυχείο — ελλαδικός — δογματολογία — προσβάλλω — εκσπερματίζω — ρίνη — σούφρωμα — συγκατάνευση — αξενος — μοσχολίβανο |
|||