|
выпускающий колючки #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово выпускающий колючки? — ακανθοβόλος как с (ново)греческого переводится слово ακανθοβόλος? — выпускающий колючки — υποκαίω — γηροκομία — καρτέρι — ανυπέρβατος — διχοτομία — φυλλαράκι — αδιάτμητος — χαμαίφυτο — εναλλακτήρ — κουτούκι — ντιμινουέντο — ευμετάβλητος — διεκτραγώδηση — καλογραμμένος — αντιζύγι — αρτοκλασία — ταμπακοθήκη — μάμμη — φουμάδα — όγκωμα — μακάσφαλτος |
|||