|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово διαβολικά? — — ανθρωπολατρία — χρονογραφώ — ζαμπούνιασμα — συλώ — ονομαστί — καραπουτσακλάρα — έργ — αντεπικουρώ — χρονοφωτογράφος — ξεναγουμενος — επιον — ταύ — σκαρτάρω — ευρωτίαση — άμαλλος — ηφαιστειακός — κατάπλωρα — καρκαλέτσος — αεριοφωτισμός — βρεσίμι — μούσμουλο |
|||