Новогреческий словарь
υστεροπτωσία
υστεροπτωσία
η мед.
опущение матки
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
опущение матки
? —
υστεροπτωσία
как с
(ново)греческого
переводится слово
υστεροπτωσία
? — опущение матки
#
(ново)греческий словарь
—
καρφώνω
—
αρχιμηχανουργός
—
γεννητουροποιητικός
—
κοντορεβιθούλης
—
συνδεσμώτης
—
σκαλιστής
—
ευμεταβλησία
—
αντιανδρογόνα
—
ξυπολησιά
—
σουπάρω
—
τρεμουλιάζω
—
θείος
—
μαστίχα
—
τσίτι
—
αντιχρόνου
—
αντισηκώνω
—
ανάμερος
—
εκθειασμός
—
συνήθης
—
μαλλιαρωσύνη
—
ευχείριστος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве