|
το лемех #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово лемех? — υννί как с (ново)греческого переводится слово υννί? — лемех — κάσκα — απηλπισμένος — στροβιλιστικός — ανθρωπότητα — προβολή — πρόστησις — ραπάνι — φαλάκρας — δασκαλόπουλο — υπερίπταμαι — εύθετα — μίλτινο — επεξεργαστής — αλλαντοπώλης — παράλλαξις — μετατυπώνω — κινητό — εργατικά — αλεξιπτωτιστής — κατακλέβω — παγοκρύσταλλος |
|||