|
η фисташковое дерево #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово фисташковое дерево? — πιστακιά как с (ново)греческого переводится слово πιστακιά? — фисташковое дерево — ώχρινος — προπέρυσι — μπακάλικος — άτυχης — καταπονούμαι — ξανακεντώ — επαναδίπλωσις — πρόσθιος — υδροπερατότητα — σχισμή — βιράρισμα — κάργα — εκδίωξη — ημιανοίγω — επαμφοτερής — ξεκλειδώνω — εποικοδομητικός — αγάλια — κάρπισμα — πλάνισμα — αντίφεγγο |
|||