|
ο тот(__,__) кто приговорен к тяжкому наказанию #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово тот, кто приговорен к тяжкому наказанию? — βαρυποινίτης как с (ново)греческого переводится слово βαρυποινίτης? — тот, кто приговорен к тяжкому наказанию — τροφοδοτώ — φύσκα — μελένιος — εναντίος — ανόργανα — απογραφικός — παστερίωση — δίλοφος — ντοματιά — αυτόκλειστο — χρηματολάτρης — μεταπολίτευση — αρχοντοπιάνομαι — αντεκδικητικός — ξεσκονίστρα — βουτυροειδής — πνευμάτωση — σταυραδερφός — νηκτικός — ευκολογύριστος — σταφυλικός |
|||