ψηλολέλεκας

формы словаβ
ψηλολέλεκας



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово ψηλολέλεκας? —


μαρκούτσιαγροτιάεπισείωνακρόαμαφαινόμενο θερμοκηπίουακρωτηρίασηπιθανώςστεκάμενοςκαλλίγραμμοςφοβερίζωαναγριώνωτάχιστααυτοκινητικόςαμφιβολίαεπερχόμενοςρόδοαιματοσταγήςβρεφοκομείοαντιμέτρησηοστεομβελίτιδασκανδαλιάρικος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit