παλιομοδίτης

формы словаβ
παλιομοδίτης



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово παλιομοδίτης? —


νώμοςφωταέριομοιρογνωμόνιογεώμηλοδεκαεννεαετίααγιασμόςκαταπάτημαεπιλέγομαιιταμώςασυσχέτιστοςδιάτρημαβραδύνουςψυχικόςσυνειρμικόςσάβουροςακροφιλότιμοςόριονομαρχίακακοκαμωμένοςχειμωνιάπετρόψαρο




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit