|
(-ιγγός) η сфинкс #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сфинкс? — σφίγξ как с (ново)греческого переводится слово σφίγξ? — сфинкс — γεμίζω — ξεφωνίζω — εισπράκτορας — σπιθούρι — αποκασμού — χαλκεύς — αριστοκρατίζω — κατηφές — αρχίνημα — δυάρι — αμυδρώς — λεφτάκια — οφθαλμιώ — διαφιλονικούμενος — στιγμιογράφηση — αυγουλωτός — δίτομος — σιτικός — νύστα — διαβεβαιώνω — αμυγδαλόσχημος |
|||