λεμφοκύτταρον

формы словаβ
λεμφοκύτταρον
το анат. лимфоцит



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово лимфоцит? — λεμφοκύτταρον
как с (ново)греческого переводится слово λεμφοκύτταρον? — лимфоцит


συνδαυλίζωοπωροσάκχαροαχυρόδεμασκληροπυρηνικόςρευστόπάρτιευκτήριοννανάρισμαδιεκρέωαξυπνησιάπουριτανόςασημάδευτοςεμβρυοειδήςαμεμούριομοφυλοφιλίαανεγνωρισμένωςφλεγμονώδηςπαρότρυνσηξάγρυπνοςανηλικιότηταποντικομαμμή




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit