|
το анат. лимфоцит #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово лимфоцит? — λεμφοκύτταρον как с (ново)греческого переводится слово λεμφοκύτταρον? — лимфоцит — συνδαυλίζω — οπωροσάκχαρο — αχυρόδεμα — σκληροπυρηνικός — ρευστό — πάρτι — ευκτήριον — νανάρισμα — διεκρέω — αξυπνησιά — πουριτανός — ασημάδευτος — εμβρυοειδής — αμεμούρι — ομοφυλοφιλία — ανεγνωρισμένως — φλεγμονώδης — παρότρυνση — ξάγρυπνος — ανηλικιότητα — ποντικομαμμή |
|||