εφημερίς

формы словаβ
εφημερίς
(-ίδος) η газета



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово газета? — εφημερίς
как с (ново)греческого переводится слово εφημερίς? — газета


φυλετικότητατεσσαρακονταετηρίδαανάπτυγμααπομώρίλαατσίκνιστοςκλεψίγαμοςάρθροποταμηδόνβαμβακουργόςιδιαίτεροαμαξοστάσιοαλκυώναενθάρρυνσηπόδιμαίευτραλενινιστήςονειρολογίακουρντιστήριδιαφοροποιώανισόμεροςχρυσωτής




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit