|
(-ίδος) η газета #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово газета? — εφημερίς как с (ново)греческого переводится слово εφημερίς? — газета — φυλετικότητα — τεσσαρακονταετηρίδα — ανάπτυγμα — απομώρίλα — ατσίκνιστος — κλεψίγαμος — άρθρο — ποταμηδόν — βαμβακουργός — ιδιαίτερο — αμαξοστάσιο — αλκυώνα — ενθάρρυνση — πόδι — μαίευτρα — λενινιστής — ονειρολογία — κουρντιστήρι — διαφοροποιώ — ανισόμερος — χρυσωτής |
|||