|
непарный ~α παπούτσια — непарная обувь #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово непарный? — παράταιρος как с (ново)греческого переводится слово παράταιρος? — непарный — γελοιογράφος — άρχων — εμποροπλοίαρχος — δειλινό — ξενοδόχος — ζαλώνομαι — σταφύλι — επέκαυσα — δακτυλιοποιός — κολασμένος — πολυτάλαντος — αχταπόδι — ετεροτοπία — αστυφύλαξ — διαστάλαξη — ταβλάς — καταρτισμένος — σαλβάρι — γαλατώνω — καταμαρτύρηση — ανθοδοχείο |
|||