|
το уголовный суд #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово уголовный суд? — κακουργιοδικείο как с (ново)греческого переводится слово κακουργιοδικείο? — уголовный суд — ανακατεύω — αψηφος — βατσέλι — λαβαίνω — προσαγορεύω — εκπυρσοκροτώ — αναστενάζω — χιόνι — διεθνής — ηλεκτρομέταλλα — συνέπειες — πολυβόλο — χλιός — υπονομευτικά — φαγαρρώστεια — πυραυλiκός — στροφόμετρον — καταγελώ — ξέστηθος — παιδάκι — πετσετοθήκη |
|||