|
кишащий микробами #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кишащий микробами? — μικροβιοβριθής как с (ново)греческого переводится слово μικροβιοβριθής? — кишащий микробами — ευάρμοστος — ολιγοστεύω — πεσέτα — ευκρασία — τριχάρα — σλαυολόγος — εκστρέφω — εκκηρύττω — μελαχρινός — κυρούλα — βαρυντικός — Οκτώβρης — ηγούμενος — ψυχόρμητο — αντιχαριστικός — αλληλοσκοτωμός — κύτταγμα — μαβής — έπιδιδυμίτις — διέρεισμα — διαιτώμενος |
|||