|
пригород #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово προάστιο? — — ναυπηγική — γυναικάρα — καρκινικός — ασυγύριστος — ένεστι — παρκάρω — ημίχρονο — φύργανο — υαλοποιώ — συγγενάδι — πρασινοκίτρινος — ρεμέντζο — επίσαξη — αμόχθητος — βιαίως — λεβεντονιά — ξακόσια — πλινθοκεραμική — αλεπουδίτσα — σούμα — ενδοσπέρμιο |
|||