Новогреческий словарь
γονόκοκκος
γονόκοκκ|ος
ο мед.
гонококк
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
гонококк
? —
γονόκοκκος
как с
(ново)греческого
переводится слово
γονόκοκκος
? — гонококк
#
(ново)греческий словарь
—
γκαβώνω
—
πρόλοβος
—
καταλύω
—
καταθέλγω
—
αναδεύομαι
—
τελετουργώ
—
ξεσαμαρώνω
—
ασυνάρτητο
—
σκληροκαρδία
—
υδροδότηση
—
φίσα
—
επίλυση
—
αφερέγγυος
—
πιονέρης
—
πορνοστάρ
—
κουσέλι
—
ανελπισιά
—
διμήνι
—
φεγγαρένιος
—
ευέλικτος
—
ασχημογύναικο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве