Новогреческий словарь
μουσειακός
μουσειακός
музейный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
музейный
? —
μουσειακός
как с
(ново)греческого
переводится слово
μουσειακός
? — музейный
#
(ново)греческий словарь
—
κοντανάσασμα
—
μυκτηριστικός
—
τσελικώνω
—
διάλογος
—
ρητορεύω
—
κόττερο
—
κεραμέας
—
επταήμερος
—
συριστός
—
φωτότυπο
—
γκιοσέμι
—
συντηρώ
—
κωδωνοστάσι
—
ψυχεράδα
—
έτεκον
—
αγαλούχητος
—
αποφύλλισμός
—
αυτοσερρίρομαι
—
χρυσόφτερος
—
γλύφω
—
βαγιουλεύω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве