|
(-εως) η разноцветность, пестрота #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово разноцветность? — ποικιλόχρωση как на (ново)греческом будет слово пестрота? — ποικιλόχρωση как с (ново)греческого переводится слово ποικιλόχρωση? — разноцветность, пестрота — ανδρώνομαι — ξεροκόμματο — μονόχρονος — αλευρόσιτα — χλωροφούντωτος — εφησυχασμός — συνδαυλισμός — ανθρωπιά — πεσσιμιστικός — επιφανειακά — καβάλλα — άλοφος — ανακρυστάλλωση — μαρξιστικο-λενινιστικός — βιβλιάριο — λογοκόπημα — αλληλομαχώ — πνιγμένος — ανακλαδιστά — φιλύποπτος — κινηματόγραφος |
|||