ποικιλόχρωση

формы словаβ
ποικιλόχρωση
(-εως) η разноцветность, пестрота



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово разноцветность? — ποικιλόχρωση
как на (ново)греческом будет слово пестрота? — ποικιλόχρωση
как с (ново)греческого переводится слово ποικιλόχρωση? — разноцветность, пестрота


ανδρώνομαιξεροκόμματομονόχρονοςαλευρόσιταχλωροφούντωτοςεφησυχασμόςσυνδαυλισμόςανθρωπιάπεσσιμιστικόςεπιφανειακάκαβάλλαάλοφοςανακρυστάλλωσημαρξιστικο-λενινιστικόςβιβλιάριολογοκόπημααλληλομαχώπνιγμένοςανακλαδιστάφιλύποπτοςκινηματόγραφος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit