|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово γυμνικός? — — γκρούμ — αλληλοδιδασκαλία — αλαργινός — δερβίσης — ανάθεμα — τηλεκατευθυνόμενος — διαβατάρισσα — ζημιώνω — πείσμωμα — εριστικά — αινιγματικότητα — ζακχαίος — χαμηλομάτα — αιτιολογώ — εύκλωστος — ξενοφιλία — οδομετρικός — αστεράτος — παρεισάγω — διαλυτός — τύλωση |
|||