|
το чистилище #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово чистилище? — πουργκατόριο как с (ново)греческого переводится слово πουργκατόριο? — чистилище — αστένευτα — γαλακτοβιομηχανία — πόδισμα — συσσωρεύω — ευταξία — σάντουιτς — πορνόγερος — εξομοιώνω — πτέρυγα — μηχανολογικός — ξενιτειά — ραβδί — θηλαστικός — πετεινάρι — ανάδυση — καλλικάντζαρού — ψωμάς — ψήφα — στηθοσκοπία — επίφθονος — βλαχόφωνος |
|||