|
το подопытное животное #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово подопытное животное? — πειραματόζωο как с (ново)греческого переводится слово πειραματόζωο? — подопытное животное — ματαιοδοξώ — αγριάπιδο — σακχαροποιός — κωλοβάρεμα — θεοσεβής — σκοπευτικός — αλληλοδέρομαι — εισοδιακός — λιπαντικά — αρματωλός — εξωνημένος — υπερχλωριούχος — κεκλεισμένους — πρόγονος — παιδεραστία — διάφραγμα — εικονοστάσιο — επανίδρυσις — πλυμένος — πυρετώδικος — στηθικός |
|||