Новогреческий словарь
καταληστεύω
καταληστεύω
обкрадывать; разграблять
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
обкрадывать
? —
καταληστεύω
как на
(ново)греческом
будет слово
разграблять
? —
καταληστεύω
как с
(ново)греческого
переводится слово
καταληστεύω
? — обкрадывать, разграблять
#
(ново)греческий словарь
—
συνέρχομαι
—
ακρωτηριασμός
—
οστεοβλάστη
—
ελοχαρής
—
δαυλίτης
—
γρασαδοράκι
—
αστροφωτόμετρο
—
συνοικιακός
—
φιλάσθενος
—
φαγέδαινα
—
ανεψιασμός
—
υπερπανσέληνος
—
κλέφτρα
—
στρίφωμα
—
συχνότητα
—
δόνταρος
—
εξαγριώνομαι
—
χριστουγεννιάτικα
—
νυφικός
—
εξαργυρωτέος
—
ποιμνιοστάσιο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве