|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово παράλοφος? — — εδεσματοθήκη — ενδεκάμηνον — οιστρήλατος — αρτόκαρπος — πλάσμα — χασομέρι — αψείριστος — εγχελύδιον — διοικητικό — επιβάτισσα — κιλλίβας — Ημικύκλιο — εβδομαδιάτικο — διεκπεραιώτρια — εκθετικός — αργαστήρι — τουμπακοτσάμπουνα — αιματίνη — ακτίς — Ευτέρπη — πολύλοφος |
|||