|
лютеранский #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово лютеранский? — λουθηρανικός как с (ново)греческого переводится слово λουθηρανικός? — лютеранский — φουρνίρισμα — μικρός — παντελονάκι — πλεγματικός — καλνώ — έθανον — μεταλαμπάδευση — ευφυολογώ — καλοχωνεύω — πυροδιάσπαση — διμέτωπος — λοχεία — σωληνάριο — λεπτούτσικος — κοταχνιάζει — ψιλοχάραγος — σκεφτικός — ησυχάζω — αναρροφητήρας — οπτικός — οδονταλγία |
|||