|
δωδεκαήμερο #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово δωδεκαήμερο? — — αθήλαστος — εθνοσυνέλευση — τεσσαρακοστός — έμπηξη — κινούμενος — νηφάλια — ανδρούμαι — μπουγαδάς — καλομιλώ — μετοχάρης — γλείψιμο — επτάφωτος — βουργάρικα — υλικοτεχνικός — μελανιάζω — εμφανίσιμος — φύμα — ιταλιωτικός — ενσταύλιση — ψάθα — εναρμόνιση |
|||