|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово παρηγορητής? — — συνοδεύομαι — σούρνω — λιοφάγος — ακούνιστος — καταψυκτικός — αστραψιά — ατμοηλεκτρικός — φλαουτίστρια — απόδειξη — κανναβόσπορος — περίσωση — αποφυλάκιση — παντελονού — εθνικίστρια — ακάθιστος — δευτερνάτικος — κανονιστικός — γλυκοχαιρέτημα — αεριοειδής — θαλαμάρχης — νικελώνω |
|||