|
(-ητος) η неделимость, нераздельность #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово неделимость? — αδιαιρετότητα как на (ново)греческом будет слово нераздельность? — αδιαιρετότητα как с (ново)греческого переводится слово αδιαιρετότητα? — неделимость, нераздельность — βίδα — βουτυρίλα — ασαράντιστος — λακκίτσα — χερόμυλος — χαοτικό — τυχοδιωκτικός — υγροποιητικός — δίπτερος — σάλτο — βορείως — γενάρχης — σολομωνική — αγλέουρας — ξυγκοκέρι — αντιρρόπησις — κουτσαύτης — μυθώδης — καταχρηστικός — παραστατικός — αργοπάτημα |
|||