|
подробно расспрашивать #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово подробно расспрашивать? — ψιλορωτώ как с (ново)греческого переводится слово ψιλορωτώ? — подробно расспрашивать — καβαλλέτο — αμπελικός — καρτερία — κυτταροειδές — μπογιαντισμένος — παραμεθόριος — προικοθηρώ — σκυλοδόντης — φωταγωγικός — ακουμπίζω — τερατογόνος — μειοδοτώ — αεριοφωτισμός — δυϊκός — καυχησιολόγος — γραβιά — γαριφαλιά — γορίλλας — γιουχαρίζω — υδρογονικός — πανσοβιετικός |
|||