|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ψαμμιτικός? — — ανυπόθετος — ανθοκομία — κάττυμα — πανσπερμία — επιεικής — πυρόλυση — ακοόμετρο — άκρος — γελαδίσιος — αστιγμόμετρο — αμπόλιασμα — μαντίλι — οδοντίνη — επέμβαση — ξαναγκάζω — εκλέξιμος — καλαμωτή — σοδειακός — ενδυματολόγος — απολιθώνομαι — μετατροπέας |
|||