Новогреческий словарь
μιάς
μιάς
επίρρ. :
~ πού или ~ καί — раз, если;
~ πού τό θέλεις — [phrase]раз ты этого хочешь[/phrase]
;
~ καί πάς εκεί... — [phrase]раз ты туда идёшь...[/phrase]
;
~ πού ήρθες... — [phrase]раз ты пришёл...[/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
μιάς
? —
#
(ново)греческий словарь
—
μάκρεμα
—
καπάρωμα
—
παιδοψυχολογικός
—
άυπνος
—
συγκυβερνώ
—
ευτελής
—
αλησμονιάρης
—
φρέζα
—
νοστιμούτσικος
—
αποβάθρα
—
χιλιετής
—
ημίφως
—
λαδορίγανη
—
σταθμητός
—
πουρέ
—
αλουλούδιαστος
—
δυσλεκτικός
—
συγχροτρόνιο
—
αντιδημοηκότητα
—
ακοίμητος
—
τριετία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве